ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Νομός Σερρών καταλαμβάνει το ανατολικό τμήμα της Κεντρικής Μακεδονίας και είναι ένας από τους επτά Νομούς της Περιφέρειας της Κεντρικής Μακεδονίας, στην οποία υπάγεται διοικητικά. Προς βορρά συνορεύει με τη Βουλγαρία, στο νότο βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, ενώ δυτικά περικλείεται από τις οροσειρές Κερκίνης - Βερτίσκου - Κερδυλλίων και ανατολικά από τα όρη Ορβηλος, Μενοίκιο και Παγγαίο.
Η συνολική έκταση του νομού είναι 3.970 χλμ2 και αντιπροσωπεύει το 3% της έκτασης της χώρας. Ο νομός Σερρών θεωρείται από τους περισσότερο πεδινούς νομούς της Ελλάδας, δεδομένου ότι το 48% της συνολική έκτασής του χαρακτηρίζεται πεδινό.


    ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΝΟΜΟΥ

Κυρίαρχο στοιχείο στο φυσικό περιβάλλον του νομού Σερρών είναι η απέραντη εύφορη πεδιάδα του, που περικλείεται από οροσειρές δασώδεις, με έντονη χειμαρρική δράση. Εξήντα οκτώ χείμαρροι εκβάλλουν στην καταπράσινη αυτή πεδιάδα, "εμπλουτίζοντας" την στο διάβα τους με φερτές ύλες, επιφανειακής και χαραδρωτικής διάβρωσης, συνολικού όγκου 14.000μ3/χλμ2/έτος.
Αυτή η "εδαφορραγία" του νομού, που με τα προϊόντα της διάβρωσης κατακλύζει κυριολεκτικά τις καλλιεργημένες εκτάσεις της πεδιάδας και καταχώνει τα μνημεία του πολιτισμού του νομού, αντιμετωπίζεται με ένα μεγάλο πρόγραμμα διευθέτησης των χειμάρρων, που λειτουργεί συνεχώς από το 1932 με κυμαινόμενη ένταση. Στις νότιες πλαγιές των ορεινών όγκων της Βροντούς, οι λεκάνες απορροής των χειμάρρων χαρακτηρίζονται από ανεπαρκή φυτοκάλυψη (ποσοστό δοσοκάλυψης 15-24%). Έντονα χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιοχής είναι επίσης η λιθολογική της δομή,η οποία αποτελείται, κατά ποσοστό 30-45%, από ευδιάβρωτα εδαφολογικά στρώματα. Τα δάση του νομού, που καλύπτουν έκταση 820.000 σρεμμάτων, έχουν περιοριστεί στον ορεινό όγκο που περιβάλλει την πεδιάδα και μόνο η λευκοκαλλιέργεια- δημόσια και ιδιωτική- ακολουθεί τα αναχώματα του ποταμού Στρυμώνα ως την αποξηραμένη λίμνη της Αχινούς.
Εξάλλου, υδρόβια και υδροχαρή μικροδάση αναπτύσσονται στις άλλοτε στρατιωτικές ζώνες του Στρυμώνα, πάνω από τη γέφυρα του Πετριτσίου, και σ' όλα τα μεγάλα υπό διευθέτηση ορεινά ράματα, στο φαράγγι του Αγγίτη, και στα πηγαία νερά του Αγκίστρου. Στην πεδινή και ημιορεινή περιοχή αναπτύσσονται σημαντικοί υγροβιότοποι, διεθνούς σημασίας και αποδοχής.
Σημαντικότερους από όλους είναι ο υγροβιότοπος της λίμνης Κερκίνης, ένα "θαύμα" του οποίου η μοναδικότητα ολοκληρώθηκε από την τεχνική επέμβαση του ανθρώπου πάνω στα φυσικά χαρακτηριστικά του Στρυμώνα ποταμού. Ένας άλλος σημαντικός, αλλά μικρότερος σε έκταση, υγρότοπος είχε δημιουργηθεί στο παλιό Δέλτα του Στρυμώνα, ο οποίος, όμως, έχει δεχθεί όλες τις αρνητικές επιπτώσεις των μεγάλων οδικών έργων που έγιναν πρόσφατα στην περιοχή, με αποτέλεσμα να αλλάξει στο σημείο αυτό η κοίτη και να δημιουργηθούν οι σημερινές νέες εκβολές του στο Αιγαίο. Από το Στρυμώνα έχουν δημιουργηθεί, διαδοχικά, τα τελευταία είκοσι χρόνια και άλλοι μικρότεροι υγρότοποι, διάσπαρτοι γύρω και ανάμεσα στις ορυζοκαλλιέργειες του νομού, στο κεντρικό μέρος του κάμπου.
Από πλευράς φυσικών καλλονών, η περιοχή του δάσους Λαϊλιά, στην οροσειρά της Βροντούς, αποτελεί μεγάλη αισθητική παρουσία, με ιδιαίτερη μάλιστα φυτοκοινωνιολογική σημασία. Παράλληλα , γεωλογικοί σχηματισμοί με απολιθωμένα ψάρια και φυτά στην περιοχή Σκοπιάς και Γάζωρου προσελκύουν όλο και περισσότερο το επιστημονικό ενδιαφέρον των ειδικών. Στα ανατολικά του νομού το μυθικό Παγγαίο όρος, με τα απροσπέλαστα φαράγγια και τις χρυσοφόρες στοές του Φιλίππου και του Μ. Αλεξάνδρου, υψώνεται φύλακας και ακρίτας στο Βορρά και στη θάλασσα.
Το φαράγγι του Αγγίτη, με τις βαθιές πτυχές και τις κατακόρυφες πλαγιές, γεμάτο μύθους και παραδόσεις, αποστραγγίζει τα τενάγη των Φιλίππων, σε μια μυθική κατασκευή του Φιλίππου της Μακεδονίας.


ΟΡΕΙΝΟΙ & ΠΕΔΙΝΟΙ ΟΓΚΟΙ

Ως το 1900, εκτεταμένα δρυοδάση κάλυπταν το βορεινό, ημιορεινό, τμήμα του νομού από την πόλη των Σερρών ως το δάσος του Λαϊλιά. Όμως, πόλεμοι, οχυρωματικά έργα δηώσεις, άλλες καταστροφές καθώς και ανάγκες αυτοσυντήρησης του πληθυσμού ξεχέρσωσαν τις εκτάσεις αυτές. Στους παλιούς Σερραίους είναι ακόμη και σήμερα ζωντανός ο ήχος του πετάλου των ζώων στα νυχτερινά καλντερίμια, όταν κατέβαζαν λαθραία από τα βουνά ολόκληρα φορτία ξυλείας. Τότε, πριν ακόμα λίγες δεκαετίες, η ελονοσία θέριζε καθημερινά τους ανθρώπους κι όλος ο τόπος έμοιαζε μ΄ένα απέραντο βάλτο. Τίποτε δεν εκαλλιεργείτο στο βούρκο. Απέραντη σα θάλασσα, η λίμνη γέμιζε με βαριά ομίχλη τον τόπο ακόμη και το καλοκαίρι.
Ο Στρυμώνας μαιάνδριζε κατά τη βόλεψη του, απόλυτος άρχοντας του κάμπου. Και εκεί χαμηλά στα, στα ανατολικά, μια λίμνη φάνταζε γεμάτη οράματα αρχαία. Η Κερκινίτης λίμνη του Αχινού, παλιός ναυπηγικός χώρος του Φιλίππου και του Μ. Αλεξάνδρου,επικοινωνούσε με τη θάλασσα της Αμφίπολης κατεβάζοντας τις τριήρεις μέχρι τα πέρατα του κόσμου.
Έπειτα ήρθε η αποξήρανση της, ήρθε και η διευθέτηση του Στρυμώνα και το μεγάλο Φράγμα της Κερκίνης. Τα νερά τραβήχθηκαν. το χώμα στέριωσε και η γη πύκνωσε ανθρώπους ζωντανούς που ψάχνουν με δύναμη τα σωθικά της : πρόσφυγες από την Μ. Ασία, τον Πόντο, τη Θράκη.
Ένας ζωογόνος κάμπος από αλλουβιακά εδάφη, πρόθυμος,μέστος από ιχνοστοιχεία και νερό, ακτινοβολεί και διαλαλεί την παρουσία του σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Από σιτοβολώνας, ο κάμπος γίνεται σιγά-σιγά κήπος της Εδέμ. Βαμβάκια, ρύζια, λαχανικά, τα πάντα σε μια και δυο παραγωγές. Το νερό κάνει το θαύμα του. Τα υδροχαρή δάση παραχωρούν τη θέση τους στο άροτρο και στα άλλα νέα μηχανικά μέσα. Ο καπνός, που κάποτε γέμισε με χρυσό τα χέρια των ταλαίπωρων καλλιεργητών του , τώρα υποχωρεί. Τα φώτα ανάβουν στα πεδινά. Τα ημιορεινά και ξηρικά εδάφη και χωριά υποχωρούν σε ανάπτυξη. Εργοστάσια κτίζονται, λειτουργούν, παράγουν γεωργικά προϊόντα.
Μα κάποτε η αλόγιστη ξυλοκοπή και βόσκηση εκδικούνται. Μεγάλες πλημμύρες από τα ορεινά μεταγγίζουν πέτρες, χώμα και ξύλα στα γεωργικά και πολιτιστικά έργα. Πολυδάπανες επεμβάσεις περιορίζουν το κακό. Φράγματα μεγάλα και μικρά. Κλαδοπλέγματα και ξηρολιθιές. Αναδασώσεις με απαγόρευση της βοσκής δημιουργούν περιαστικά και προστατευτικά πευκοδάση. Αλλά η προσπάθεια ανακόπτεται σιγά-σιγά. Η βοσκή αντιδρά, πιέζει καταστρέφει. Σήμερα τα δάση αυτά είναι πρόωρα γερασμένα από το άγονο του εδάφους. Κυνηγημένα έντονα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους και υποβαθμισμένα λόγω του είδους τους, σβήνουν σιγά-σιγά χωρίς απογόνους, χωρίς ελπίδα αναγέννησης.
Η γεωργία στον κάμπο ανησυχεί από τις πλημμύρες. Η κτηνοτροφεία στα ημιορεινά και ορεινά προκαλεί τις πλημμύρες και καταστρέφει τα δάση. Ποια σχέση άραγε μπορεί να βρεθεί; Αν οι κτηνοτροφικές δραστηριότητες σ' ολόκληρο τον ημιορεινό όγκο κατανέμονταν ισότροπα και μαζί με τα έργα βελτίωσης των λιβαδιών γίνονταν και οι σωστές αναδασωτικές εργασίες πρώτα στην πληγωμένη γη και μετά ακόμη και στις χέρσες επιφάνειες του κάμπου, δεν θα μπορούσε να αποκατασταθεί μια θετική οικολογική σχέση ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του νομού και στον απέραντο πεδινό του χώρο;


Η ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟ

Από το 1.628.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης έκτασης, τα 1.000.000 στρέμματα βρίσκονται στην πεδιάδα που οριοθετείται συμβατικά ως το υψόμετρο των 50μ. περίπου.
Από τις πεδινές εκτάσεις αρδεύονται 700.000 στρέμματα. Τα εγγειοβελτιωτικά έργα στο νομό κατασκευάζονται, κυρίως, στο πεδινό τμήμα του διότι εξυπηρετούν τα 2/3 της καλλιεργήσιμης γης.
Σε 400.000 στρέμματα έγινε αναδασμός. Η γεωργία στο νομό θεωρείται πολύ καλά αναπτυγμένη και αποτελεί την κυρίαρχη δραστηριότητα. Υπάρχει ικανό διαθέσιμο υδατικό δυναμικό, τα εγγειοβελτιωτικά έργα έχουν σχετικά χαμηλό κόστος, η αξιοποίηση των έργων φθάνει στο 100% από τον πρώτο χρόνο της κατασκευής τους και βέβαια η γεωργία ασκείται εντατικά με κύριες καλλιέργιες το καλαμπόκι, τη μηδική, τα ζαχαρότευλα, το βαμβάκι, το ρύζι κ.α.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς της καλλιεργούμενης γης αποτελείται κατά 90% από ιδιωτικές εκτάσεις, με μέσο όρο έκτασης κατά οικογένεια 28 στρέμματα.


ΤΟ ΚΛΙΜΑ

Στο νομό διακρίνονται δύο κλιματικές περιοχές.
α) η ορεινή του βόρειου τμήματος και
β) η νοτιοανατολική.
Η πρώτη χαρακτηρίζεται από αυξημένο ύψος βροχοπτώσεων, δριμύτερους χειμώνες και βραχεία βλαστική περίοδο. Η μέση μηνιαία θερμοκρασία κατεβαίνει κάτω από τους 15 βαθμούς Κελσίου από τον Οκτώβριο και ανεβαίνει πάλι τον Μάιο. Ψυχρότεροι μήνες είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος. Παρατηρούνται πρώιμοι και όψιμοι παγετοί.
Η δεύτερη κλιματική ζώνη χαρακτηρίζεται από μικρότερου ύψους βροχοπτώσεις, που κυμαίνονται από 500-600χλσ. Η μέση μηνιαία θερμοκρασία κατεβαίνει κάτω από τους 15 βαθμούς Κελσίου το Νοέμβριο, με εμφάνιση ημερών παγετού από τις αρχές του μήνα. Ο ψυχρότερος μήνας είναι ο Ιανουάριος ενώ θερμότεροι είναι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος.
Η κατανομή των βροχοπτώσεων παρουσιάζει δύο απόλυτα μέγιστες τιμές, την κύρια το Νοέμβριο και τη δευτερεύουσα το Μάιο.


ΥΔΑΤΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ

Οι σπουδαιότεροι επιφανειακοί υδατικοί πόροι του νομού Σερρών ουσιαστικά είναι οι ποταμοί και χειμαρροπόταμοι, που διασχίζουν το νομό.
Οι κυριότεροι από αυτούς είναι :
Στρυμώνας ποταμός με ελάχιστη παροχή 12 κυβ.μ./sec
Αγγίτης ποταμός με ελάχιστη παροχή 4 κυβ.μ./sec
Κρουσοβίτης (χείμαρροι) με μέση παροχή 400 lt/sec
’λλοι υδατικοί πόροι είναι:
Το ρέμα Αγκίστρου
Το ρέμα Αγίου Ιωάννη
Το ρέμα των Ποροϊων
Το ρέμα του Ελαιώνα
Τα γαλάζια νερά,κ.α.
Στο επιφανειακό υδατικό δυναμικό του νομού συγκαταλέγεται και η λίμνη Κερκίνη, της οποίας η έκταση φθάνει στα 72.700 στρέμματα, όταν το νερό φθάσει στο υψόμετρο των 36,0 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και η χωρητικότητα της ξεπερνάει τα 300.000.000 κυβ.μ. νερού.


ΠΑΝΙΔΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΣΕΡΡΩΝ

Ο Νομός Σερρών διαθέτει πλούσια πανίδα.
Στα ορεινά του νομού συναντά κανείς μεγάλα θηλαστικά όπως αγριογούρουνα, ζαρκάδια, λαγούς, αρκούδες, λύκους, ασβούς, αλέπες, βίδρες και αγριόγατες. Πλούσια είναι και η ορνιθοπανίδα του νομού με κυριότερα είδη την ορεινή και πεδινή πέρδικα, φάσσες, φασοπερίστερα, τρυγόνια, αγριόκοτες, κοτσύφια, χαλκοκουρούνες, μελισσοφάγους, τσαλαπετεινούς, ακόμη και αγριόπαπιες και άλλα υδρόβια. Φιλοξενεί ακόμη και εποχιακούς επισκέπτες, μαζί με τα όρνια (γυμνόλαιμοι γύπες)-ελάχιστα στον αριθμό- που ακολουθούν μια και γνωστή δαιδρομή, όπως επίσης και το βασιλαετό στα Κρούσια, οτίδες μεγάλες κ.λπ.
Ειδικότερα στα πεδινά, ορισμένα είδη συγκεντρώνονται στις φυσικές οάσεις που ακόμη εξακολουθούν να υπάρχουν. Πεδινές πέρδικες συγκεντρώνονται κατά περιόδους σε ημιξηρικά εδάφη (καπνοχώραφα και αμπελώνες), ορτύκια στις καλλιεργούμενες εκτάσεις, μελισσοφάγοι, τσίχλες και τρυγόνια, και σε κάθε οικισμό- μικρό ή μεγάλο-οι κοινωνικά εγκόσμιες δεκαοχτούρες. Πελαργοί εξακολουθούν να κατοικούν σε πολλά καμπαναριά, στέγες και κολώνες της Δ.Ε.Η., που γειτνιάζουν με ορυζοκαλλιέργιες και άλλες υδάτινες δραστηριότητες και εκτάσεις. Από μετρήσεις προέκυψε ότι 823 ζεύγη πελαργών φωλεοποιούν και παραμένουν το θέρος στο νομό Σερρών. Το μεγαλύτερο ποσοστό διαβιώνει στην πεδινή περιοχή και ελάχιστο στις απαρχές των λοφωδών εξάρσεων, μέχρι το υψόμετρο 280μ. Πάνω σε κολώνες της Δ.Ε.Η. κατασκευάζουν τις φωλιές τους το 60% ενώ το υπόλοιπο 40% του πληθυσμού σε άλλα κτίσματα (καμπαναριά, σπίτια κ.λπ.). Τα περισσότερα κατασκευάζουν τις φωλιές τους μέσα σε οικισμό.
Επίσης στην επαρχία Φυλλίδας, όπου διατηρείται ακόμη η παλιά δόμηση των οικισμών και οικιών, τα περισσότερα ζεύγη πελαργών κάνουν τη φωλιά τους πάνω στις στέγες. Το 87% από αυτά αποκτούν νεοσσούς που αναπτύσσονται κανονικά μέχρι τη μετανάστευση τους.
Στους υγροβιότοπους και ειδικά στη λίμνη Κερκίνη έχουν καταμετρηθεί 227 είδη πουλιών. Φωλιάζουν 128 είδη και 119 τη χρησιμοποιούν ως σταθμό στην αποδημία τους. Επίσης 77 είδη διαχειμάζουν εκεί, ενώ 76 είδη αναφέρονται στον Εθνικό Κόκκινο Κατάλογο (Κατάλογο απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών). Τουλάχιστον 31 είδη προστατεύονται από την Κοινοτική Οδηγία 79/409 της Ε.Ο.Κ.
Σύμφωνα με άλλες ποσοτικές εκτιμήσεις, οι πληθυσμοί πολλών σημαντικών ειδών, που φώλιαζαν στην Κερκίνη μέχρι το 1981, ήσαν αναμφίβολα οι μεγαλύτεροι στην Ελλάδα. Αλλά στις ημέρες μας, με την κατασκευή του νέου φράγματος και των αναχωμάτων του, οι πλυθησμοί αυτοί έχουν μειωθεί αισθητά. Επίσης, κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο παρουσιάστηκε το πρόβλημα της αλαντίασης (βατουλισμός) που έπληξε σημαντικό αριθμό υδροβίων, με συνέπεια σημαντικές απώλειες του πληθυσμού τους.
Εξάλλου με την ανύψωση των αναχωμάτων και την άνοδο της στάθμης της λίμνης κατακλύστηκαν μεγάλες εκτάσεις με φωλιές πουλιών, με αποτέλεσμα να διαταραχθεί ουσιαστικά η ισορροπία του ευρύτερου υγροτοπικού συστήματος της Κερκίνης. Η αναπαραγόμενη στην Κερκίνη υδρόβια ορνιθοπανίδα αλλά και αυτή που μόνο φωλιάζει εκεί που ο πληθυσμός της-όπως διαπιστώνεται-είναι αρκετά μεγάλος οφείλουν πολλά στην μειωμένη γενικά ανθρώπινη δραστηριότητα που παρατηρείται στον πρωτογενή, δευτορογενή και τριτογενή τομέα της περιοχής της λίμνης.
Δεδομένου ότι οι αβαθείς βαλτότοποι της Κερκίνης κατέχουν την πιο σημαντική θέση ανάμεσα στους λίγους που έχουν απομείνει στους ελληνικούς υγροτόπους και δεδομένου επίσης ότι σ' αυτούς οφείλει την ύπαρξη του ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των υδρόβιων πουλιών, που χαρακτηρίζονται από μεγάλη εθνική και διεθνή σημασία, η άμεση διατήρηση και προστασία τους αποτελεί επιτακτική υποχρέωση όλων μας. Από τα άλλα θηλαστικά , αξιοσημείωτη είναι η παρουσία του τσακαλιού της περιοχής της λίμνης μόνο, σε ολόκληρο το νομό, η μοναδική σε επιστημονική αξία παρουσία του κοπαδιού βουβαλιών στα αβαθή της λίμης, καθώς και της βίδρας σε όλα τα ορεινά και ημιορεινά ρέματα.
Η ερπετοπανίδα είναι και αυτή αξιόλογη σ' όλο το νομό όπως και η ιχθυοπανίδα. Ο κέφαλος η μπριάνα, τα χέλια, τα γριβάδια, οι γουλιανοί, οι πέστροφες, η κοκκινόφτερα, το γλυνί και άλλα έχουν οικονομική σημασία για τους κατοίκους της περιοχής. Επίσης έχουν δημιουργηθεί πέντε μονάδες εκτροφής πέστροφας και μια μονάδα εκτροφής γριβαδιών και χειλιού. Η συνολική παργωγή τους φθάνει τους 700 τόννους το χρόνο.
Στο νομό Σερρών έχουν ιδρυθεί 25 μεγάλα και μικρά καταφύγια θηραμάτων συμπεριλαμβανομένης και της ελεγχόμενης κυνηγετικής περιοχής, της οποίας το ετήσιο πρόγραμμα κυνηγιού επιτρέπει- ή απαγορεύει με ειδικό τέλος εισόδου και ειδική τιμή για κάθε θήραμα- μια ορθολογικότερη ρύθμιση της θηραματικού της κεφαλαίου. Επίσης η λίμνη της Κερκίνης εξακολουθεί να λειτουργρεί ως ετήσιο ή διετές καταφύγιο για όλα τα υδρόβια και μη θηράματα της.


ΒΛΑΣΤΙΣΗ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΣΕΡΡΩΝ

Η βλάστηση στο νομό Σερρών παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία: αμμόφιλη και αμμονιτρόφιλη βλάστηση στην παραλία, υδρόφιλη και υδρόβια βλάστηση στην περιοχή των υγροτόπων, λειμώνες και παραποτάμια βλάστηση κατά μήκος των ποταμών και στη λίμνη Κερκίνη, για να καταλήξει στα δάση πλατύφυλλων και κονωφόρων στα ορεινά του νομού.
Κατά μήκος του ποταμού Στρυμώνα ασκείται η λευκοκαλλιέργια, με τεχνητές φυτείες ταχυαυξών κλώνων λεύκης.
Τα δάση του νομού που καλύπτουν το 20,7% της έκτασης του, χωρίζονται σε 10 συμπλέγματα. Τα είδη που κυρίως αναπτύσσονται στα δάση αυτά είναι είδη δρυός στα χαμηλά και μεσαία υψώμετρα και τεχνητές φυτείες τραχείας πεύκης, οξυάς και δασικής πεύκης στα μεγάλα υψόμετρα. Ελάχιστες συστάδες ελάτης και ακόμη πιο λίγες από Ρόμπολο καλύπτουν επιλεκτικά τις πλαγιές του Παγγαίου, του όρους Κερκίνη (Μπέλλες) και του όρους Βροντούς. Ορισμένες περιοχές στην παραλιακή ζώνη καλύπτονται από τυπική μακία (θαμνώδη) βλάστηση με κυρίαρχα είδη τα ρείκια και την κουμαριά. Ορισμένες άλλες καλύπτονται με είδη φυλλοβόλων θάμνων, που αναπτύσσονται πάνω από τη ζώνη των αειφύλλων θάμνων, σε μίξη με το πουρνάρι και περιλαμβάνουν θαμνόμορφα δένδρα ειδών δρυός, καθώς και θάμνους των ειδών γαύρος και φράξος. Ο τύπος των φυλλοβόλων θάμνων καλύπτει μεγάλες εκτάσεις στα χαμηλά υψόμετρα του νομού και κυρίως γύρω από τα ημιορεινά και οριενά χωριά και κωμοπόλεις.
Στα δάση του νομού αναπτύσσονται επίσης και η οστριά, φλαμουριά, σορβιά, φτελιά, φραξός, σκλήθρο, φουντουκιά, ιτιά, λεύκα, καρυδιά, κρανιά, καστανιά, πεύκη (μαύρη, τραχεία και δασική), κυπαρίσσι, κέδρος, πλατάνια.
Η υποβλάστηση στο νομό Σερρών παρουσιάζει σπουδαία ποικιλία, με είδη που παρουσιάζονται μοναδικά στην Ελλάδα, λόγω του κλιματοεδαφικού παράγοντα στα ορεινά συμπλέγματα του νομού.


ΑΛΛΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ

Η κατανομή χρήσεων γης κατά βασικές κατηγορίες είναι:
Γεωργική γη 1.628.000 στρέμματα ποσοστό 41%
Βοσκότοποι 1.133.000 στρέμματα ποσοστό 28,5%
Δάση 820.000 στρέμματα ποσοστό 20,7%
Άγονες εκτάσεις 52.000 στρέμματα ποσοστό 1,3%
Οικισμοί δρυμοί κ.λπ. 167.000 στρέμματα ποσοστό 4,2%
Λίμνες ποτάμια 170.000 στρέμματα ποσοστό 4,3%
Τα δάση του νομού αποδίδουν κάθε χρόνο 130.000 χωρικά κυβικά μέτρα (χ.κ.μ.) περίπου ξυλώδη όγκο. Απ' αυτά διατίθεται ποσότητα :
30 - 40.000 χ.κ.μ. στους κατοίκους των ορεινών και ημιορεινών περιοχών και σε άλλους φορείς, με μειωμένο τίμημα. 2.000χ.κ.μ. περίπου στα μέλη των δασικών συναιτερισμών για εμπορία.
60 - 90.000 χ.κ.μ. για το εμπόριο με δημοπρασίες.
Ποσοστό 5% των εσόδων από την ξυλεία, ανερχόμενο σε 15-20 εκατ. δραχμές, κατατίθεται ως κοινοτικός φόρος υπέρ σαράντα περίπου παραδασόβιων κοινοτήτων του νομού. Στο νομό λειτουργούν 50 βιοτεχνίες και βιομηχανίες ξύλου.
Σημαντική είναι η λευκοκαλλιέργια, που ασκείται στις περιοχές των αναχωμάτων του Στρυμώνα και που είναι πρώτη σε έκταση, όγκο παραγωγής και ποιότητα ξύλου σ' όλη την Ελλάδα.
Η αλιεία ασκείται στις περιορισμένες ακτές του νομού και κυρίως κοντά στις εκβολές του Στρυμώνα. Τα νερά του ποταμού δημιουργούν ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη πλουσίων αλιευμάτων, των οποίων όμως η εκμετάλλευση είναι πολύ περιορισμένη, λόγω του μικρού αριθμού των αλιευτικών συγκροτημάτων που υπάρχουν στα Νέα Κερδίλλια. Στο εσωτερικό του νομού η αλιεία γίνεται κατά πρώτο λόγο στη λίμνη Κερκίνη και μετά στους ποταμούς Στρυμώνα και Αγγίτη και στις τάφρους των αρδευτικών δικτύων.


"QANAT" ΠΕΡΣΙΚΕΣ ΚΑΝΑΤΕΣ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ιστορικό και τεχνικό, έχει το σύστημα αξιοποίησης των υπογείων υδάτων, που είναι ταυτόχρονα και σύστημα άρδευσης και που λέγεται Qanat, ή περσικές κανάτες, ή "Κιούγκια".
Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ανακάλυψε, επισκεύασε και κατέγρψε το αρχαίο αυτό σύστημα στην περιοχή Φυλλίδας, ένα σύστημα για την υπόγεια συλλογή του νερού και μεταφορά του στα περισσότερα χωριά της περιοχής. Αξιοσημείωτο είναι πως όλα σχεδόν τα τμήματα του μπορούν να λειτουργήσουν εύκολα (και μερικά λειτουργούν ήδη). Το σημαντικότερο ίσως χαρακτηριστικό του είναι ότι το νερό που διακινείται μέσω αυτού του συστήματος είναι απαλλαγμένο από επιφανειακές ρυπάνσεις, (λιπάσματα, φάρμακα κ.λπ.), είναι κρύο και άφθονο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η προσπάθεια αποκατάστασης του συστήματος πρόκειται να συνεχιστεί σ' ολόκληρο το νομό, σε οικισμούς που δεν άλλαξαν τοποθεσία από την ίδρυση τους. Η εξεύρεση σήμερα άφθονου και καθαρού νερού αποτελεί την πρωταρχική μέριμνα όλων των αρμόδιων φορέων.


ΟΡΥΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

Οι υπεδάφιοι πόροι είναι πλούσιοι στο νομό :
Ουράνιο, λιγνίτες, χρυσός, γεωθερμικό πεδίο, μεταλλικό νερό συνθέτουν το φάσμα των υπεδάφιων πόρων του νομού. Πιο συγκεκριμένα στο νομό υπάρχουν δύο αρχαία (της εποχής του Μ. Αλεξάνδρου) ορυχεία χρυσού : ένα στο όρος Άγκιστρο και ένα στο Παγγαίο, των οποίων η οικονομική ή άλλη σκοπιμότητα αξιοποίησης είναι αντικείμενο ειδικής μελέτης. Επίσης αντικείμενο μελέτης είναι και η αξιοποίηση των κοιτασμάτων ουρανίου που εντοπίστηκαν στα βόρεια της πόλης των Σερρών. Εξάλλου τα τρία λιγνιτορυχεία, που παρουσίασαν αξιόλογη παραγωγή μέχρι το 1950, έκτοτε αδρανούν με το ερωτηματικό της σκοπιμότητας της χρήσης τους.
Αξιόλογο γεωθερμικό πεδίο εκτείνεται από την περιοχή Σιδηροκάστρου, όπου η ομώνυμη Λουτρόπολη, μέχρι τα Θερμά Νιγρίτας. Η γεωθερμία του πεδίου αυτού χρησιμοποιείται ήδη σε θερμοκήπια και ιαματικά λουτρά. Μάρμαρο και αδρανή υλικά υπάρχουν ως και στο όμορφο δάσος του Λαϊλιά. Ο σφαγνώνας του Λαϊλιά έχει ανακηρυχθεί από το 1985 Μνημείο της Φύσης. Και παρ' όλα αυτά απειλείται με εκχώρηση του για λατομείο γρανίτη. Σφαγνώνας είναι ελώδης τόπος των εύκρατων και ψυχρών περιοχών του Β. ημισφαιρίου, με κύριο ευδόκιμο είδος τα φυλλοβρύα της τάξης των σφαγνωδών (μοναδικό γένος το Σφάγνο με 350 είδη). Είναι βρύα με βλαστό όρθιο ύψους 30εκ. περίπου, με πολύκλαδο φύλωμα. Με το χρόνο η κάτω πλευρά του βλαστού νεκρώνεται και με την μακροχρόνια, χωρίς οξυγόνο, αποσύνθεση του δημιουργεί την "τύρφη".


ΠΛΥΘΗΣΜΟΣ - ΟΙΚΙΣΜΟΙ - ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Ο νομός Σερρών διαιρείται σε 4 επαρχίες:
Την επαρχία Σερρών με έδρα τις Σέρρες,
την Επαρχία Σιντικής με έδρα το Σιδηρόκαστρο,
την Επαρχία Φυλλίδας με έδρα τη Ν. Ζίχνη και
την Επαρχία Βισαλτίας με έδρα τη Νιγρίτα.
Στο νομό υπάρχουν συνολικά 194 κοινότητες και οικισμοί. 5 δήμοι, 149 κοινότητες και 46 οικισμοί. Από το σύνολο των Ο.Τ.Α., μόνο 154 δηλαδή το 36,4% έχουν πληθυσμό πάνω από 1000 κατοίκους. Αυτό σημαίνει πως ο νομός έχει μεγάλη διασπορά μικρών κοινοτήτων.
Ο συνολικός πληθυσμός του νομού κατά την απογραφή του 1981 ήταν 196.247 κάτοικοι. Δηλαδή το 2% της χώρας.
Κατανέμεται δε σε :
αστικό 23,6%
ημιαστικό 19,4%
αγροτικό 57,0%
Το 60% του πληθυσμού ασχολείται στον πρωτογενή τομέα, το 17,5% ασχολείται στο δευτερογενή τομέα και το 22,5% ασχολείται στον τριτογενή τομέα.
Ο ημιαστικός και ο αγροτικός πληθυσμός φθάνει το 80% περίπου του πληθυσμού του νομού. Η σχέση αστικού προς αγροτικό πληθυσμό είναι για το νομό Σερρών 0,41 έναντι 1,91 που είναι για όλη την Ελλάδα. Η σχέση αστικού προς ημιαστικό είναι 1,21 στο νομό έναντι 5,0 στη χώρα. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι έχει αποφευχθεί η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού στο αστικό κέντρο του νομού ότι υπάρχουν προοπτικές για μεσαίου μεγέθους οικισμούς και ότι είναι σημαντικό το βάρος των αγροτικών οικισμών στο νομό.
Η ζωή στο νομό χαρακτηρίζεται από αξιόλογη πολιτιστική δραστηριότητα. Λειτουργούν αρκετοί κοινωνικοί και πολιτιστικοί σύλλογοι, οι σπουδαιότεροι από τους οποίους έχουν την έδρα τους στην πόλη των Σερρών, ή κοντά στους σημαντικούς βιοτόπους του νομού. Σύλλογοι αυτού του χαρακτήρα είναι , μεταξύ άλλων ο "Ορφέας" Σερρών, οι Ορειβατικοί Σύλλογοι Σερρών, Σιδηροκάστρου, Ροδολίβους και Πρώτης, η Οικολογική Ομάδα Δήμου Σερρών, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Σιδηροκάστρου, ο Φιλοζωικός Σύλλογος Σερρών κ.α.


ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ

Υπερβόσκηση και ανισότροπη κατανομή κτηνοτροφικού κεφαλαίου.
Δημιουργία αργών σε μεγάλες κλίσεις και εκχερσώσεις για ακτήμονες.
Χειμαρρικά φαινόμενα. Αδυναμία κατασκευής φυτοτεχνικών έργων.
Διατήρηση της αρχής των μονοειδών (πευκώνων) δασικών αναδασώσεων.
Πλημμελής έλεγχος των χρήσεων γης.
Ανυπαρξία αποχετευτικού συστήματος και συστήματος βιολογικού καθαρισμού.
Αλόγιστη και ανεξέλεγκτη χρήση φυτοφαρμάκων.
Ρύπανση του Στρυμώνα από την απόπλυση χημικών παρασκευμάτων του γεωργικού τομέα.
Κάψιμο καλαμιών (σταροχώραφα).
Ανεξέλεγκτη λειτουργία των λατομείων.
Άστοχη εκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων από γεωτρήσεις.
Έλλειψη οριοθέτησης των χρήσεων γης στους υγροτόπους και βιοτόπους.
Αυθαίρετη δόμηση.
Έλλειψη πολιτικής για την προστασία φυσικής κληρονομιάς.

ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΒΙΟΤΟΠΟΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Τεχνητή λίμνη Κερκίνης.
Ο υγρότοπος αυτός μετασχηματίστηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες τουλάχιστον δύο φορές από ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Η οικολογική του αξία και η σημασία του για την ευρύτερη περιοχή αποτέλεσε κατά καιρούς- πάντοτε όμως έντονα-κρίσιμο σημείο τριβής για την ανάγκη και τους όρους λειτουργίας του φράγματος, το οποίο ρυθμίζει τη ροή του νερού της λίμνης για αρδευτικούς σκοπούς.
Πριν από το 1932, όταν έγινε το πρώτο φράγμα, η περιοχή βρισκόταν σε κατάσταση έλους, όπου ο Στρυμώνας κυλούσε άλλοτε βαριεστημένα και άλλοτε ορμητικός και πληθωρικός, απειλώντας το απελπισμένο ανθρώπινο σύνολο της περιοχής. Υδροχαρή δάση, παρθένες περιοχές με άγρια ζώα και φασιανούς, που αποτελούσαν το βασιλικό κυνήγι μέχρι το 1956, απαγόρευαν τη γεωργική και την οικιστική δραστηριότητα στους περιοίκους. Ένα τεχνικό όμως έργο (το φράγμα) λειτούργησε ενθαρρυντικά και μέχρι το 1982, που κατασκευάστηκε το δεύτερο και υψηλότερο, τροφοδοτούσε με νερό τις άγονες περιοχές και συγκρατούσε τις πλημμύρες, προστατεύοντας τις γόνιμες πεδινές εκτάσεις. Σήμερα με υδάτινη επιφάνεια που ποικίλλει εποχιακά από 54.000 ως 72.000 στρέμματα, λειτουργεί με διττή κοινωνική οφελημότητα : ως τεχνικό έργο, μεγάλης γεωργικής ωφέλειας, και ως υγρότοπος διεθνούς σημασίας (Συνθήκη Ramsar,Ν.Δ./20.11.74, ΦΕΚ 350 Α/74 και Οδηγίσ της ΕΟΚ 79/409) για χιλιάδες υδρόβια και παρυδάτια πτηνά. Ωστόσο, συχνά αυτές οι δύο ξεχωριστές λειτουργίες εξυπηρετούν αντιθετικά συμφέροντα, γεγονός που δημιουργεί κοινωνικές τριβές στην περιοχή. Κι αυτό γιατί όταν η στάθμη των νερών της λίμνης υψώνεται προς όφελος της γεωργίας, οι φωλιές των πουλιών χάνονται ή μετατοπίζονται απελπιστικά. Όταν, επίσης, τα φερτά υλικά που κατεβάζει πληθωρικά ο Στρυμώνας καλύπτουν τον πυθμένα της λίμνης, η κλίση του γίνεται ηπιώτερη, και η στάθμη του νερού ανεβαίνει, η πίεση στον υγροβιότοπο ασκείται σκληρά και αμετάκλητα. Εξάλλου όταν τα υδροχαρή δάση της λίμνης κτακλύζονται, δεν καρποφορούν, δεν ανανεώνονται, χάνονται και χάνεται μαζί τους το υπόβαθρο της φωλιάς, διακόπτοντας έτσι την αναπαραγωγή της ορνιθοπανίδας στην περιοχή. Τέλος όταν οι κορμοράνοι, στην ανζήτηση της τροφής τους, ανταγωνίζονται την ιχθυοκαλλιέργεια, τότε υφίστανται τον κατατρεγμό των ψαράδων. Κοντά σ' όλα αυτά, με τον ευεργετικό νόμο "Περί Παραμεθορίων", ιδρύονται στην παραλίμνια περιοχή βιομηχανίες και τ' απόβλητα τους σε λίγο θα μπαίνουν στη λίμνη!
Παρ' όλα αυτά ο θαυμάσιος αυτός βιότοπος, παρουσιάζει αμέτρητα αξιοθαύμαστα στοιχεία: πολλά είδη από σπάνια και προστατευόμενα πουλιά, παραποτάμια δάση χαρακτηριστικής βλάστησης, νούφαρα που επιπλέουν σε έκταση μερικών χιλιάδων στρεμμάτων, ποικιλία ψαριών και ένας καταπληκτικής ομορφιάς ορίζοντας από τα ορεινά συγκροτήματα του Μπέλλες και των Κρουσίων δίνουν στο τοπίο ένα τόνο ανυπέρβλητης γοητείας. Βασικός τροφοδότης της λίμνης ο ποταμός Στρυμώνας με παροχή 75m3/sec ενώ επικουρικά συμβάλει και ο Κερκινίτης από τα Κρούσια.
Έρευνες γίνονται για να διαπιστωθεί ο χώρος απόθεσης και η ποσότητα των φερτών υλικών που κατεβάζει ο Στρυμώνας. Αυτόματος σταθμός ελέγχει την παροχή του ποταμού σε κυβικά ανά δευτερόλεπτο και άλλα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του.
Τελικά, η τεχνητή λίμνη Κερκίνη συνδιάζει την υψηλή οικολογική αξία και την πολλαπλή οικονομική δυναμική σ' έναν άξονα ανάπτυξης και ευημερίας για ολόκληρο το νομό Σερρών.
Δέλτα Στρυμώνα-Αμφίπολη
Ένας μικρός υγροβιότοπος που φιλοξενεί κάθε χρόνο σημαντικό αριθμό υδροβίων και παρυδάτιων πτηνών, αλλά που πρόσφατα αλλοιώθηκε από τα μεγάλα οδικά έργα της κατασκευής κόμβου στην Νέα Εγνατία οδό.
Σπήλαιο Αλιστράτης-Φαράγγι Αγγίτη
Ένα μοναδικό μνημείο της Φύσης, με βαθειά σπηλαιολογική αξία και σημασία. Σταλακτίτες και σταλαγμίτες, χιλιάδες νυκτερίδες που φωλιάζουν εκεί, μοναδικοί και πρωτόγνωροι μικροοργανισμοί, που δεν συναντώνται σε άλλα σπήλαια, και χιλιόμετρα στοών συνθέτουν το εντυπωσιακό φυσικό σκηνικό του σπηλαίου της Αλιστράτης. Πιο κάτω σε ένα φαράγγι, κυλάει ο Αγγίτης ποταμός, επιγενετικός ενός διαύλου της εποχής του Φιλίππου, που κατασκευάστηκε για την αποξήρανση των τενάγων στους Φιλίππους Δράμας. Υδροχαρή δάση καλύπτουν τις κατακόρυφες βραχώδεις πλαγιές, με το ποτάμι να κυλάει ήρεμα, άλλοτε καθαρό και άλλοτε χρωματισμένο από τα οξείδια του σιδήρου και των άλλων μετάλλων.
Δάσος Λαϊλιά - Σφαγνώνας
Υψηλό δάσος οξυάς και δασικής πεύκης, σε έκταση 30.000 στρεμμάτων. Ένας μοναδικός παράδεισος κοντά στην πόλη των Σερρών (25χλμ.), συνδεδεμένος με αυτήν με χίλιες παραδόσεις και ιστορίες. Ο Λαϊλιάς προσφέρει καταφύγιο σε μεγάλα θηλαστικά και πτηνά, σπάνια και κοινά. Οι λίγες καφετιές αρκούδες της Β. Ελλάδας βρίσκουν άσυλο στο βόρειο απόκρημνο τμήμα του. Αγριόγαλλος και αγριόκοτες φωλιάζουν στα υψήκορμα πεύκα του και ζαρκάδια, αγριογούρουνα, βίδρες, αρπακτικά ακόμα και πεδινές πέρδικες αποτελούν το θαυμαστό κόσμο της πανίδας του, ενώ σπάνια φυτικά είδη, μοναδικά στην επιστήμη, βρίσκουν εκεί το χώρο τους.
Πέντε είδη, πέντε υποείδη, πέντε ποικιλίες, μια μορφή και ένα υβρίδιο καταγράφονται εδώ για πρώτη φορά, ως νέα για την επιστήμη. Στο κέντρο του ένα θαυμάσιο, μοναδικό παλαιοβοτανικό μουσείο, ο σφαγνώνας του Λαϊλιά.
Στο χώρο αυτό - που ανακηρύχθηκε διατηρητέο Μνημείο της Φύσης με την Υπουργική Απόφαση 105497/6459/11.08.86-έγιναν γεωλογικές έρευνες και διαπιστώθηκε η μεταπαγετώδης εξέλιξη του δάσους της πειοχής, με τις εναλλαγές των ειδών σε συνδυασμό με την ανθρωπογενή επίδραση. Διαπιστώθηκε δηλαδή η ύπαρξη, από το 2.000 π.Χ. φυλλίρας, λεπτοκαριάς και δρυός, που με τη διαδοχή του χρόνου σήμερα έχουν αντικατασταθεί από οξυά και δασική πεύκη. Κριτήριο και αποδεικτικό στοιχείο η γύρις των δένδρων που διατηρήθηκε αναλλοίωτη μέσα στο όξυνο τελματώδες εδαφικό υπόστρωμα του σφαγνώνα.
Μενοίκιο όρος
Γνωστό για τους λειμώνες του, με χαμηλή ποώδη βλάστηση, και για τα ανεξερεύνητα σπήλαια του. Πέτρινες καλύβες κτηνοτρόφων και τεχνικά έργα συλλογής ομβρίων υδάτων, συμπληρώνουν το πανέμορφο ορεινό τοπίο.
Γαλάζια νερά - Συμβολή
Πηγαία ύδατα, κατάλληλα για πεστροφοκαλλιέργειες.
Ρέμα Μύλοι Αγκίστρου
Μοναδικός βιότοπος της καφετιάς άγριας πέστροφας που καταστρέφεται από την αλόγιστη χρήση νερού.
Δάσος Καστανοχωρίου
Μοναδικό καστανόδασος, με θαυμάσιο διάκοσμο από υπερήλικες καστανιές.
Παγγαίο όρος
Ιστορικό βουνό, με χαμηλή βλάστηση οξυάς και λίγης ελάτης. Τα βραχογραφήματα και ο αρχαιολογικός χώρος ζωντανεύουν την ιστορική μαρτυρία και τη μυθολογία της περιοχής.
Αλή Μπουντούς
Μικρή αποικία με πεύκα Ρόμπολο, μοναδικό στην Ελλάδα.


ΦΥΣΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Από το μύθο στην Ιστορία
Ο διάσημος βασιλιάς Συλεύς, που ζούσε στην περιοχή Παγγαίου, απέκτησε δούλο τον Ηρακλή. Αυτός κατέστρεψε τους αμπελώνες του Συλέα και αφού ήπιε το καλύτερο κρασί του υποχρέωσε τον βασιλιά να τον σερβίρει.
Άλλη εκδοχή ο Ηρακλής επέστρεψε από τη Θράκη. Οι κάτοικοι της περιοχής τον παρακάλεσαν να τους βοηθήσει, γιατί ο Στρυμώνας προκαλούσε ζημιές με τις πλημμύρες του. Ο Ηρακλής τους βοήθησε διευθετώντας την κοίτη.
Επίσης εδώ τοποθετείται το Νύσιον πεδίο, όπου ο Πλούτων άρπαξε την κόρη της Δήμητρας, Περσεφόνη. Ο γιος του Θησέα, Δημοφών ή Ακάμας παντρεύτηκε την Φυλλίδα, θυγατέρα ντόπιου βασιλιά. Όταν την εγκατέλειψε, αυτή αυτοκτόνησε στις "Εννέα Οδούς", την Αμφίπολη.
Ο Κριός από τον οποίο προήλθε το χρυσόμαλλο δέρας γεννήθηκε από τους έρωτες του Ποσειδώνα και της Θεοφανούς. κόρης του Βισάλτου ο οποίου κατοικούσε στην περιοχή Βισαλτίας (Νιγρίτα). Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής ήταν Θράκες. Μετά τον Τρωικό πόλεμο ο τόπος κατοικήθηκε από παιονικές και Θρακικές φυλές: Σιριοπαιόνες, Παιόμπλες, Βισάλτες, Ηδώνους, Σιντούς, Αγριάνες, Οδόμαντους, Οδρύσους, Σάτρες.
Τον 5ο αιώνα, οι λαοί αυτοί υποτάχθηκαν στους βασιλείς της Μακεδονίας και αργότερα ακολούθησαν τον Μ. Αλέξανδρο στην εκστρατεία του. Επί Ρωμαιοκρατίας, η ευρύτερη περιοχή των Σερρών αποτελούσε την "Μακεδόνων πρώτην επαρχίαν" με πρωτεύουσα την Αμφίπολη. Η Εγνατία Οδός, που χαράκτηκε την εποχή εκείνη, περνούσε από την περιοχή του σημερινού νομού.
Η πόλη των Σερρών κτίστηκε τον 12ο π.Χ. αιώνα από τους Παίονες που ήταν άποικοι των Τευκρών της Φρυγίας, οι οποίοι μετανάστευσαν στη Μακεδονία μετά τον Τρωικό πόλεμο.
Ο Ηρόδοτος αποκαλεί τις Σέρρες "Σίρις η Παιονική". Στους Ρωμαϊκούς χρόνους αποκαλείται Σίρας η Σιραίων πόλις και τον Μεσσαίων Σέρραι, Σέρρα ή Φεραί.


ΣΗΜΑΝΤΙΚΌΤΕΡΟΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ

Αμφίπολη: αρχαία πόλη, η αξιολογότερη της περιοχής κατά τον 5ο αιώνα. Από την εποχή του Θησέα ονομάζεται "Εννέα Οδοί". Το 437 π.Χ. οι Αθηναίοι, με στρατηγό τον Αγνώνα, κυρίευσαν την πόλη ύστερα από τρεις προσπάθειες, και την ονόμασαν Αμφίπολη. Θαυμάσια ευρήματα βρίσκονται στο αρχαιολογικό της μουσείο και πριν λίγα χρόνια ανακαλύφθηκαν στο βυθό του Στρυμώνα τα ξύλινα ερείπια της αρχαίας γέφυρας. Ονομαστός είναι ο Λέων της Αμφίπολης, συμβολικό μνημείο που δείχνει τη δύναμη της πόλης. Καταστράφηκε από τον Βρασίδα το 422 π.Χ. και αναστηλώθηκε το 1936 από τον καθηγητή Όσκαρ Μπονήρ.
Σφελινός: αρχαία πόλη με κάστρο, που ονομαζόταν Σφολενός. Ευρήματα: αρχαία αγγεία διαφόρων περιόδων της ελληνικής Ιστορίας.
Ροδολίβος: εδώ, κατά τη μυθολογία, κατασπαράχθηκε ο Ορφέας από τις Μαινάδες. Εδώ εκτυλίσσεται ο μύθος του Λυκούργου Βασιλέα των Ηδώνων, ο οποίος ήθελε να απαγορεύσει τις λατρείες του Διονύσου. Εδώ τοποθετείται η πρώτη έδρα της λατρείας του Ορφέα. Εδώ τέλος, ήρθε ο Πεισίστρατος εξόριστος να βρεί χρυσό και μισθοφόρους. Κατά μαρτυρία του Θεόφραστου το γειτονικό Παγγαίο όρος ήταν γνωστό, κατά την αρχαιότητα και για τα πολλά ρόδα ονομαστά ως ρόδα εκατοντάφυλλα, από τον αριθμό των πετάλων, από όπου πήρε και το όνομα Ροδο λιβος (Ρόδον-λίβω). Τα ρόδα (σύμβολα του Ήλιου) συνδέονταν με τη λατρεία του Ήλιου, του οποίου το ιερό βρισκόταν στις κορυφές του Παγγαίου.
Νέο Σούλι: κοντά στο χωριό, στη θέση "Πύργος", σώζονται ίχνη νεολιθικού οικισμού, όπου έχουν βρεθεί εργαλεία από λειασμένο λίθο και τεμάχια νεολιθικών και άλλων αγγείων.
Μύρκινος: αρχαία Ηδωνική πόλη, ονομαστή για τα μεταλλεία αργυρού και την άφθονη ναυπηγήσιμη ξυλεία. Κατά τον Πελοπονησιακό πόλεμο η Μύρκινος ήταν η πρωτεύουσα των Ηδώνων. Επί Βυζαντινής εποχής αναφέρεται ως "Δοξόμπους".
Νέα Ζίχνη: Βυζαντινή πόλη πάνω στην αρχαία "ίχναι". (από τα αποτυπώματα ποδιών).
Άγιο Πνεύμα: στο χωριό, Μόνοικο ή Μονόσπητο των Βυζαντινών, βρέθηκαν ίχνη προϊστορικού οικισμού, όστρακα νεολιθικών αγγείων, νεολιθικά εργαλεία κ.λπ. Ο συνοικισμός αυτός χρονολογείται από το 4000π.Χ. και είναι ο αρχαιότερος και ο σπουδαιότερος απ' όσους ανακαλύφθηκαν στο νομό Σερρών. Οι ανασκαφές ανακάλυψαν πολυάριθμα νομίσματα με επιγραφές όπως: "ΚΟΙΝΟΝ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ" και 'ΑΜΦΙΠΟΛΙΤΕΩΝ".
Νέος Σκοπός: είναι η αρχαία πόλη Ολδηνών. Τα αρχαιολογικά ευρήματα ανήκουν από τον 5ο αιώνα π.Χ. μέχρι τους Βυζαντινούς χρόνους: Ένα ανάγλυφο της εποχής του Μ. Αλεξάνδρου παριστάνει ιππείς και φυλάσσεται στο Μουσείο Σερρών.
Σιδηρόκαστρο: το Σιδηρόκαστρο βρίσκεται στις όχθες του Κρουσοβίτη ποταμού. Στη θέση αυτή υπήρχε η αρχαία Ηράκλεια ή Σιντική, που χτίστηκε από το Βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα αδελφό του Φιλίππου. Ονομάστηκε Ηράκλεια προς τιμή του Ηρακλή, απόγονοι του οποίου θεωρούνται οι βασιλείς της Μακεδονίας.


ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ

Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου: βρίσκεται 9χλμ. ανατολικά της πόλης των Σερρών. Κτίστηκε το 1270 μ.Χ. Εδώ αναπαύονται πολλοί Πατριάρχες και μεταξύ αυτών ο Πατριάρχης Γεννάδιος.
Μονύδριο του Αγ. Γεωργίου του Κρυονερίτη: κτισμένο περίπου στο 1298μ.Χ. πήρε την προσωνυμία του από τα κρύα νερά που υπήρχαν παλαιότερα εκεί.
Παλαιός Μητροπολιτικός Ναός Αγ. Θεοδώρων: είναι κτισμένος στο κέντρο της παλαιάς πόλης (Βαρόσι). Κατά μια παράδοση είναι χτισμένος πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού. Κτίστηκε το 1224μ.Χ. από τον Δεσπότη Ηπείρου Θεόδωρο Κομνηνό σε ανάμνηση της μεγάλης νίκης του κατά των Φράγκων, έξω από την πόλη των Σερρών. Περίφημα είναι τα ψηφιδωτά του. Ο ναός καταστράφηκε από τους Βουλγάρους σε πυρκαγιά το 1913.
Ναός Αγ. Νικολάου: είναι ναός της εποχής των Παλαιολόγων, κτισμένος μέσα στο κάστρο της πόλης κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα.
Η ακρόπολη Σερρών: βυζαντινή ακρόπολη κτίστηκε πάνω σε αρχαίο φρούριο τον 7ο και 6ο π.Χ. αιώνα. Σήμερα σώζεται ο Πύργος της Δυτικής πλευράς, γνωστός ως Πύργος του Ορέστη και ο Πύργος της Ανατολικής πλευράς, όπου υπάρχουν Βυζαντινές επιγραφές.
Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας στο Παγγαίο: κατά την παράδοση χτίστηκε το 450μ.Χ. με συνδρομή του Μητροπολίτη Φιλίππων Σώζοντος. Πολλοί πιστεύουν ότι η μονή είναι κτισμένη στα ερείπια του Μαντείου του Διονύσου, Θεού των Σατρών. Η ετυμολογία της ονομασίας της μονής προέρχεται κατά μια παράδοση από το εξής περιστατικό. Όταν ο πρώτος κτήτωρας της μονής Γερμανός έψαχνε απελπισμένος για νερό, είδε οπτασία κατά την οποία η Παναγία του έστειλε ένα κοτσύφι που ανακάλυψε το νερό μέσα σε πυκνούς θάμνους. Έτσι η μονή ονομάστηκε Κοσυφίνισσα. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι η μονή πήρε το όνομα της από την Αχειροποίητη εικόνα που είχε κόκκινο χρώμα (εικών-φοινίσουσα) (κόκκινη).